Νομική συμβουλευτική και αποκατάσταση ζημιών

Σε περίπτωση αδιάσειστων στοιχείων για την ύπαρξη απάτης ή διαφθοράς, η μηδενική ανοχή είναι η βέλτιστη πρακτική σε πολλά επίπεδα. Με την νομική κίνηση εναντίον των παραβατών δίνεται το μήνυμα της μηδενικής ανοχής σε εργαζόμενους επιρρεπείς προς μη σύννομες συμπεριφορές. Ταυτόχρονα δίνεται η ευκαιρία να ανακτηθεί μέρος των οικονομικών απωλειών. Σε περίπτωση που ο παραβάτης είναι συνεργάσιμος, είναι δυνατό και προτιμότερο να ακολουθηθεί διαδικαστικά ο θεσμός της διαμεσολάβησης που επιταχύνει σημαντικά τη διαδικασία και μειώνει το κόστος. Η εμπειρία μας στη διεκπεραίωση νομικών υπηρεσιών εγγυάται τα ταχύτερα δυνατόν αποτελέσματα αλλά και τη μεγαλύτερη δυνατή επιτυχία στην έκβαση των νομικών διαδικασιών.
Αξίζει να αναφερθεί ότι παρά το μέγεθος του προβλήματος της απάτης, συχνά οι οργανισμοί αποφασίζουν να μην λάβουν νομικά μέτρα κατά των παραβατών για διάφορους λόγους. Οι λόγοι μεταξύ άλλων είναι ο φόβος για βλάβη της φήμης της εταιρείας, το πιθανολογούμενο κόστος και η χρονική έκταση της δικαστικής διαμάχης, η μικρή περιουσία των ενόχων και η μη δυνατότητα ανάκτησης μέρους των απωλειών, και η πεποίθηση ότι τα πειθαρχικά μέτρα ήταν αρκετά αυστηρά οπότε δεν απαιτούνται περαιτέρω ενέργειες.
Η ενοποίηση όλων των υπηρεσιών αλλά ιδιαίτερα των υπηρεσιών διερεύνησης και νομικών υπηρεσιών από τον έμπειρο νομικό μας σύμβουλο εξασφαλίζει την άμεση, αδιάλειπτη και συνεχή ενασχόληση και νομική αντιμετώπιση των υποθέσεων απάτης, έχοντας την φήμη και εικόνα της εταιρίας ως πρώτη προτεραιότητα. Με τον τρόπο αυτό η επίλυση των υποθέσεων επιταχύνεται δραστικά. Η δικαστική διαμεσολάβηση και διαπραγμάτευση όπου είναι δυνατόν και σκόπιμο συμβάλει στο να κλείσουν οι υποθέσεις το συντομότερο δυνατόν με ταυτόχρονη απονομή δικαιοσύνης, και ανάκτηση του μεγαλύτερου δυνατού μέρους των απωλειών.
Πρέπει να τονιστεί ότι ο φόβος ότι δεν θα προστατευτούν και η ανησυχία για αντίποινα και ποινικές διώξεις αποτελεί μέχρι σήμερα τον σημαντικότερο ανασταλτικό παράγοντα για τους πολίτες/εργαζόμενους που επιθυμούν να συμβάλλουν στην καταπολέμηση της απάτης παρέχοντας πληροφορίες και προβαίνοντας σε καταγγελίες.
Υπάρχει ένα προσφάτως θεσμοθετημένο νομικό πλαίσιο το οποίο καλύπτει σε μεγάλο βαθμό τους εργαζόμενους οι οποίοι ευαισθητοποιούνται και παρέχουν πληροφορίες (μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος). Με τον Ν. 4254/2014 (ΦΕΚ Α’85/7.4.2014) ορίστηκαν νέες εγγυήσεις με σκοπό την ενθάρρυνση της υπεύθυνης παροχής πληροφοριών στις αρμόδιες αρχές παρέχοντας μεταξύ άλλων: προστασία από ποινικές διώξεις εναντίον τους μετά από μήνυση ή έγκληση για τα αδικήματα της ψευδορκίας, της ψευδούς καταμήνυσης, της συκοφαντικής δυσφήμισης, της παραβίασης υπηρεσιακού απορρήτου ή των προσωπικών δεδομένων και υπαγωγή στις διατάξεις προστασίας μαρτύρων (φύλαξη, απόκρυψη των προσωπικών τους στοιχείων κατά τη διεξαγωγή της ποινικής διαδικασίας, μεταβολή των στοιχείων της ταυτότητάς τους κλπ). Για πρόσωπα που εργάζονται στον Δημόσιο τομέα και προχωρούν στην καταγγελία της διαφθοράς, ψηφίστηκαν μεταξύ άλλων τα εξής: δεν απολύονται, δεν υπόκεινται σε οποιαδήποτε πειθαρχική διαδικασία ή τιμωρία, δεν εξαιρούνται από τη διαδικασία προαγωγής, δεν υφίστανται δυσμενή διακριτική μεταχείριση κλπ.
Παρά τις νομικές βελτιώσεις η αλλαγή της κουλτούρας είναι το στοίχημα που πρέπει να κερδηθεί.
Αξίζει να αναφερθεί ότι παρά το μέγεθος του προβλήματος της απάτης, συχνά οι οργανισμοί αποφασίζουν να μην λάβουν νομικά μέτρα κατά των παραβατών για διάφορους λόγους. Οι λόγοι μεταξύ άλλων είναι ο φόβος για βλάβη της φήμης της εταιρείας, το πιθανολογούμενο κόστος και η χρονική έκταση της δικαστικής διαμάχης, η μικρή περιουσία των ενόχων και η μη δυνατότητα ανάκτησης μέρους των απωλειών, και η πεποίθηση ότι τα πειθαρχικά μέτρα ήταν αρκετά αυστηρά οπότε δεν απαιτούνται περαιτέρω ενέργειες.
Η ενοποίηση όλων των υπηρεσιών αλλά ιδιαίτερα των υπηρεσιών διερεύνησης και νομικών υπηρεσιών από τον έμπειρο νομικό μας σύμβουλο εξασφαλίζει την άμεση, αδιάλειπτη και συνεχή ενασχόληση και νομική αντιμετώπιση των υποθέσεων απάτης, έχοντας την φήμη και εικόνα της εταιρίας ως πρώτη προτεραιότητα. Με τον τρόπο αυτό η επίλυση των υποθέσεων επιταχύνεται δραστικά. Η δικαστική διαμεσολάβηση και διαπραγμάτευση όπου είναι δυνατόν και σκόπιμο συμβάλει στο να κλείσουν οι υποθέσεις το συντομότερο δυνατόν με ταυτόχρονη απονομή δικαιοσύνης, και ανάκτηση του μεγαλύτερου δυνατού μέρους των απωλειών.
Πρέπει να τονιστεί ότι ο φόβος ότι δεν θα προστατευτούν και η ανησυχία για αντίποινα και ποινικές διώξεις αποτελεί μέχρι σήμερα τον σημαντικότερο ανασταλτικό παράγοντα για τους πολίτες/εργαζόμενους που επιθυμούν να συμβάλλουν στην καταπολέμηση της απάτης παρέχοντας πληροφορίες και προβαίνοντας σε καταγγελίες.
Υπάρχει ένα προσφάτως θεσμοθετημένο νομικό πλαίσιο το οποίο καλύπτει σε μεγάλο βαθμό τους εργαζόμενους οι οποίοι ευαισθητοποιούνται και παρέχουν πληροφορίες (μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος). Με τον Ν. 4254/2014 (ΦΕΚ Α’85/7.4.2014) ορίστηκαν νέες εγγυήσεις με σκοπό την ενθάρρυνση της υπεύθυνης παροχής πληροφοριών στις αρμόδιες αρχές παρέχοντας μεταξύ άλλων: προστασία από ποινικές διώξεις εναντίον τους μετά από μήνυση ή έγκληση για τα αδικήματα της ψευδορκίας, της ψευδούς καταμήνυσης, της συκοφαντικής δυσφήμισης, της παραβίασης υπηρεσιακού απορρήτου ή των προσωπικών δεδομένων και υπαγωγή στις διατάξεις προστασίας μαρτύρων (φύλαξη, απόκρυψη των προσωπικών τους στοιχείων κατά τη διεξαγωγή της ποινικής διαδικασίας, μεταβολή των στοιχείων της ταυτότητάς τους κλπ). Για πρόσωπα που εργάζονται στον Δημόσιο τομέα και προχωρούν στην καταγγελία της διαφθοράς, ψηφίστηκαν μεταξύ άλλων τα εξής: δεν απολύονται, δεν υπόκεινται σε οποιαδήποτε πειθαρχική διαδικασία ή τιμωρία, δεν εξαιρούνται από τη διαδικασία προαγωγής, δεν υφίστανται δυσμενή διακριτική μεταχείριση κλπ.
Παρά τις νομικές βελτιώσεις η αλλαγή της κουλτούρας είναι το στοίχημα που πρέπει να κερδηθεί.